- ρεβένι
- το «ревени» (высший сорт табака и место у подножия горы, пригодное для посадки этого табака)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ρεβένι — το, Ν ποικιλία καπνού που ευδοκιμεί σε ορεινά και επικλινή εδάφη … Dictionary of Greek
Μελούνα — Ορεινή διάβαση (υψόμ. 540 μ.) στις ΝΑ πλαγιές του Κάτω Ολύμπου. Ενώνει τις πεδιάδες Ελασσόνας και Λάρισας και από εκεί διερχόταν η γραμμή των ελληνοτουρκικών συνόρων πριν από το 1912. Η διάβαση αυτή υπήρξε μεγάλης στρατιωτικής σημασίας, γι’ αυτό… … Dictionary of Greek